Dictionary of Greek. 2013.
διασυνίστημι — και διασυνιστάνω (Α) 1. αναπτύσσω κάποιο θέμα με σαφήνεια 2. παρουσιάζω, συνιστώ κάποιον 3. ορίζω κάποιον ως διάδοχο … Dictionary of Greek